Κυριακή 15 Μαΐου 2011

Ο Γαλαξίας των κεκοιμημένων

Tετράωρη περφόρμανς της ομάδας Blitz για αισθήματα, ανθρώπους, ιδέες, πράγματα, εκφράσεις που έσβησαν.






«Είμαι ο Μαχάτμα Γκάντι. Πέθανα το 1948. Μου λείπει...». Eνας ηθοποιός, ένα όνομα γραμμένο με μαρκαδόρο πάνω σ’ ένα φύλλο χαρτί, ένα υπόγειο πάρκινγκ πρόχειρα διαμορφωμένο σε θεατρική αίθουσα και η παράσταση αρχίζει. Σταδιακά, στη σκηνή εμφανίζεται και ο υπόλοιπος θίασος – νέα πρόσωπα, νέα ονόματα στο χαρτί, ολοένα και περισσότερες αναφορές σε άτομα, λέξεις, πράγματα που έχουν χαθεί οριστικά. Η ζωή, ο θάνατος, η χαρά, η συγκίνηση, τα μεγάλα αναπάντητα ερωτήματα, οι διαχρονικές πανανθρώπινες αξίες, τα ασήμαντα της καθημερινότητας: αποφεύγοντας τις μεγαλόπνοες διακηρύξεις και τα σοβαροφανή αποφθέγματα, ο «Γαλαξίας» της ομάδας Blitz κατορθώνει να αγγίξει τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, συμπυκνώνοντας το παρελθόν του πλανήτη μέσα σε τέσσερις μόλις ώρες.
Η όλη σύλληψη της περφόρμανς είναι εκπληκτικά απλή: οκτώ ηθοποιοί ενσαρκώνουν ανθρώπους που έχουν πεθάνει, αντικείμενα που έχουν χαθεί, ιδεολογίες που ξεπεράστηκαν, φράσεις που δεν χρησιμοποιούνται πια. Για τη μεταμφίεση δεν απαιτούνται ειδικά κοστούμια ή εντυπωσιακά σκηνικά. Καμία παράσταση δεν είναι ακριβώς ίδια με την άλλη, αφού το περιεχόμενο εμπλουτίζεται συνεχώς με νέες... απώλειες.
Ο θάνατος είναι ένα θέμα που εμφανίζεται σταθερά στις παραστάσεις των Blitz από τους παραταγμένους νεκρούς στο «Φάουστ» έως το «Cinemascope», που εκτυλισσόταν τις τελευταίες εννέα ημέρες πριν από το τέλος του κόσμου. «Ο θάνατος είναι τελείως εξορισμένος από τη σύγχρονη ζωή», υποστηρίζει ο Γιώργος Βαλαής. «Ακόμα και ο κανονισμός των πολυκατοικιών απαγορεύει να φέρεις ένα νεκρό στο σπίτι για να τον θρηνήσεις όπως γινόταν παλαιότερα». Κι όμως, η επίγνωση της θνητότητάς μας είναι ακριβώς αυτό που δίνει νόημα στη ζωή, όπως η συνειδητοποίηση της εφήμερης φύσης των πραγμάτων μάς κάνει να τα εκτιμάμε περισσότερο. Eτσι, η ενασχόληση με τον θάνατο στον «Γαλαξία» δεν έχει τίποτα το μακάβριο ή το απαισιόδοξο. Αντίθετα, η θλίψη εναλλάσσεται αδιάκοπα με τη χαρά και την κατάλληλη στιγμή η συγκίνηση εκτονώνεται με ένα αστείο, σαν μια διαρκής υπενθύμιση ότι το χιούμορ είναι ένα από τα ελάχιστα όπλα που διαθέτουμε απέναντι στον θάνατο. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις οι ηθοποιοί μοιάζουν να προσπαθούν να προστατέψουν το κοινό από μια σκοτεινή πραγματικότητα. 
«Νομίζω ότι σε αυτήν την παράσταση χωρούν κάποιες στιγμές που να είναι ακόμα πιο βαριές. Χρειάζεται μερικές φορές να γίνεται ακόμα πιο τραγικό, για να γίνεται ακόμα πιο αστείο», αναγνωρίζει η Αγγελική Παπούλια. Το χιούμορ είναι ένας τρόπος να αντιμετωπίζουμε τον θάνατο, αλλά δεν είναι ο μοναδικός. Υπάρχει και ο θρήνος και η σιωπή. «Είναι πάρα πολύ σημαντικές οι σιωπές σε αυτήν την παράσταση, τις οποίες πάλι φοβόμαστε νομίζω».
Μπορεί να μην έχουν ξεχάσει την ομορφιά της ζωής, όμως στην πλειονότητά τους οι χαρακτήρες του «Γαλαξία» έχουν αφήσει πίσω τα μίση, τις έριδες και τα πάθη των ζωντανών. Κυριαρχεί η αίσθηση της συμφιλίωσης και του μοιράσματος, τόσο μεταξύ των ηρώων όσο και μεταξύ κοινού και ηθοποιών. Στην πρόχειρη σκηνή συνυπάρχουν αναρχικοί και φασίστες, άγιοι και αμαρτωλοί, φιλάνθρωποι και τρομοκράτες. Κανένας δεν μονοπωλεί την προσοχή του κοινού, κανένας δεν φέρει την ετικέτα του «καλού» ή του «κακού». Ολοι καταλαμβάνουν τον ίδιο χρόνο, είτε έζησαν με τα φώτα της δημοσιότητας στραμμένα επάνω τους είτε ήταν απλοί, καθημερινοί άνθρωποι, που αγαπήθηκαν μόνο από τα κοντινά τους πρόσωπα. Κατά μία έννοια, κανένας τους δεν έχει πεθάνει, καθώς όλοι παραμένουν ζωντανοί στη μνήμη όσων τους θυμούνται. «Οι πραγματικοί νεκροί είναι αυτοί που δεν ειπώθηκαν», υπογραμμίζει ο Χρήστος Πασσαλής.


Οι «νεκροί» στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι μόνο άνθρωποι, αλλά και αντικείμενα, ιδέες, λέξεις. Oλοι και όλα έχουν κάτι να πουν, κάτι να νοσταλγήσουν – το παράξενο στον «Γαλαξία» είναι ότι οι νεκροί επωμίζονται το βάρος της ίδιας τους της απώλειας, θρηνώντας εκείνοι αντί για τους ζωντανούς. Αν και δεν έζησαν κυριολεκτικά, τα χαμένα πράγματα συμβολίζουν την απώλεια του εαυτού μας που τα αγάπησε, τα πίστεψε ή τα βίωσε, σαν μικροσκοπικά κομμάτια του συνόλου που ο καθένας μας ονομάζει «εγώ». Αντίστοιχα, η εξαντλητική αναφορά στο παρελθόν της ανθρωπότητας μας οδηγεί σταδιακά στο παρόν. «Σαν όλοι αυτοί που πέρασαν, όλα αυτά που ακούστηκαν, να έχουν ως συνέπειά τους τη σημερινή πραγματικότητα», αναφέρει ο Χρήστος Πασσαλής.
Εκτός από κόκκινο κρασί, το οποίο ρέει άφθονο πάνω και κάτω από τη σκηνή, το κοινό μοιράζεται με τους ηθοποιούς μια εμπειρία, η οποία δεν διαθέτει δομημένη πλοκή ή σημαντικά γεγονότα ούτε καθορισμένη αρχή και τέλος –αφού οι θεατές μπορούν να εισέρχονται και να αποχωρούν από την αίθουσα όποτε το επιθυμούν–, αλλά είναι γεμάτη έντονα συναισθήματα. Τα μέλη της ομάδας δηλώνουν ότι αυτό που τους μένει, στο τέλος της παράστασης, είναι η αίσθηση της επικοινωνίας και της ανταλλαγής με το κοινό.«Μοιραζόμαστε την ίδια στάση απέναντι στον θάνατο, είτε είναι θρήνος είτε είναι αστείο είτε είναι απλά μια σιωπή», εξηγεί ο Γιώργος Βαλαής.
Μολονότι ο ίδιος μηχανισμός επαναλαμβάνεται σε όλη τη διάρκεια της περφόρμανς, το αποτέλεσμα είναι κάθε άλλο παρά πληκτικό, ακόμα και για όσους παραμένουν στην αίθουσα και τις τέσσερις ώρες. Εξάλλου, «για να αναπτυχθεί, για να δούμε όλοι πού μπορεί να πάει, χρειάζεται χρόνος», διευκρινίζει η Αγγελική Παπούλια.


Ο «Γαλαξίας» συνεχίζεται κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή μέχρι τέλους Μαΐου, στο υπόγειο του Ιδρύματος «Μιχάλης Κακογιάννης». Μαζί με την ομάδα Blitz παίζουν οι Aρης Αρμαγανίδης, Θάλεια Ιωαννίδου, Ελένη Καραγιώργη, Ελίνα Λούκου, Μιχάλης Μαθιουδάκης και Νίκος Φλέσσας.
Της Χριστινας Σανουδου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου